- προσκομίζεται
- προσκομίζωcarrypres ind mp 3rd sgπροσκομίζωcarrypres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μόστρα — η (Μ μόστρα και μούστρα) μικρή ποσότητα εμπορεύματος η οποία αποστέλλεται ή προσκομίζεται ως δείγμα νεοελλ. 1. γυάλινη προθήκη εμπορικού καταστήματος, στην οποία τοποθετούνται δείγματα τών εμπορευμάτων που πωλούνται, βιτρίνα 2. (κατ επέκτ.) το… … Dictionary of Greek
προσκομιδή — η, ΝΜΑ [προσκομίζω] 1. η πράξη τού προσκομίζω, η προσαγωγή 2. προσφορά 3. αυτό που προσκομίζεται 4. εκκλ. α) η μεταφορά τών τιμίων δώρων από την Πρόθεση στην Αγία Τράπεζα β) (με ευρύτερη σημ.) η πρόθεση και η ιδιαίτερη ακολουθία, κατά την οποία,… … Dictionary of Greek